![]() |
Τηλεφωνική συσκευή 10ετίας 1970 |
Ο παπα-Κοσμάς εδώ και χρόνια είχε μείνει μόνος. Οι θυγατέρες του είχαν παντρευτεί σ΄ άλλα χωριά και ο Μεγαλοδύναμος τελευταία τού πήρε και τη συμβία. Κι ήταν κληρικός για άλλες λύσεις κι άλλες σκέψεις. Φέτος τον παραπίεσε ο πρόεδρος του χωριού κι έβαλε τηλέφωνο, γιατί τώρα τελευταία ο παπά-Κοσμάς δεν ξυπνούσε κανονικά τις Κυριακές∙ η αλήθεια είναι ότι το έτσουζε. Παλαιότερα το βράχνιασμα το ξεπερνούσε πίνοντας ωμά αβγά, όμως τώρα μήτε κότες είχε μήτε και την πρεσβυτέρα να τού τα ετοιμάσει, άσε που άκουσε ότι τ΄ αβγά ανεβάζουν και τη χοληστερίνη. Έτσι άρχισε να πίνει, του ΄φερνε μια θολούρα στο κεφάλι κι όλα πήγαιναν μια χαρά.
***
![]() |
Ο Παπακοσμάς με την ανιψιά του και την παπαδιά τότε που βοηθούσε και στο αλώνισμα |
Με αυτές τις σκέψεις σηκώθηκε, τρίκλισε λιγάκι μονολογώντας «ίσιωμα», μα αμέσως βρήκε την ισορροπία του. Πλησίασε στο τηλέφωνο και το σήκωσε. Έβαλε το ακουστικό στ΄ αφτί του, πράγμα που δεν περίμενε να το πετύχει με το πρώτο. Εμπρός, είπε, και ρεύτηκε. Από την άλλη μεριά όμως του σύρματος ακούστηκε μια βροντώδης και επιβλητική φωνή, που του φάνηκε και λίγο γνωστή.
«Εδώ Θεός, έρχομαι να πιούμε μαζί ένα ρακί. Περίμενέ με». Του‘ πεσε τ΄ ακουστικό του παπά-Κοσμά από την ταραχή. Σίγουρα θα είναι φάρσα σκέφτηκε και του΄ρθε να βρίσει. Κατάπιε όμως τη βρισιά και πήρε το ακουστικό διακινδυνεύοντας για άλλη μια φορά την ισορροπία του. Σαν το ξανάβαλε στο αφτί του, άκουσε την ίδια φωνή που του΄ λεγε: Φαίνεται σάστισες, όμως γιατί; Ο παπά-Κοσμάς δεν έβρισκε τη φωνή του, μα ούτε και μπορούσε να σκεφτεί. Γιατί δεν μιλάς, ακούστηκε πάλι η γνωστή φωνή. Τι…να… πωωω… ψέλλισε σαστισμένος και τραυλίζοντας ο παπά-Κοσμάς. Θέλεις να΄ρθω ή όχι; Είπε η φωνή. Να΄ρθεις …πως…αλί…μονο…ποιος…να…δηλ..αδή…ααα…τι…μπε..λα…που…βρή..κα μπόρεσε να πει ο παπά-Κοσμάς. Δεν είσαι έτοιμος να δεχτείς αυτόν που υπηρετείς, κηρύττεις το λόγο του και του προσφέρεις ευχαριστίες; Είπε η φωνή με έκδηλο κάποιο θυμό.
![]() |
Πίνακας του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου {EL GRECO} |
Ο παπά-Κοσμάς ακούμπησε το ακουστικό, κάθισε στο ντιβάνι αποσβολωμένος και άρχισε να μονολογεί. «Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι είναι ο Θεός. Γιατί να χρησιμοποιήσει το τηλέφωνο σαν τους συγχωριανούς μου και να μη μου το πει απευθείας; Αλλά κι από την άλλη, γιατί να μη χρησιμοποιεί κι ο ίδιος προόδους της τεχνολογίας, που στο κάτω-κάτω Αυτός βοήθησε να επινοηθούν. Καλά αυτό. Και το ότι θύμωσε κι αυτό κατανοητό μήπως στο Ναό του Σολομώντα πάλι ο ίδιος δε θύμωσε και σήκωσε βούρδουλα για να διώξει τους εμπόρους; Αλλά είπε θα έρθει εδώ, συνέχισε ο παπα-Κοσμάς. Δεν είναι απανταχού παρών ο Θεός; Πως θα έρθει, αφού είναι εδώ; Μήπως και Τον έδιωξα; Κάπου όμως μπερδεύτηκε η σκέψη του και έτσι ξαφνικά πετάχτηκε όρθιος και φώναξε Θεός είναι και κάνει ό,τι θέλει. Εγώ δεν έχω δικαίωμα να σκέφτομαι ότι υπάρχουν μερικά πράγματα που δεν μπορεί να τα κάνει ».
Ύστερα λάλησε το πετεινάρι – θα ήταν η τρίτη φορά-και θυμήθηκε τον Απόστολο Πέτρο που ολιγοπίστησε, όταν συλλάβανε το Χριστό και ότι ο ίδιος αυτή τη στιγμή αισθάνονταν ότι κι΄ αυτός είχε ολιγοπιστήσει. Μόνο που το παπά-Κοσμα δεν του ‘ρθε να κλάψει. Το ξεπέρασε μ΄ ένα τρέκλισμα και μονολογώντας «ίσιωμα» σωριάστηκε στο κρεβάτι του.
***
* Οι φωτογραφίες από το D:\My Documents\Archiev Dgolitsis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου